Η Λάμδα, προηγουμένως γνωστή ως C.37, ανιχνεύθηκε για πρώτη φορά στο Περού το Δεκέμβριο του 2020 και έκτοτε έχει εξαπλωθεί σε 27 χώρες (και στην Ευρώπη).
Ο μικροβιολόγος Πάμπλο Τσουκουγιάμα του Πανεπιστημίου Καγιετάνο Χερέδια της πρωτεύουσας του Περού Λίμα δήλωσε, σύμφωνα με τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», πως «αυτό δείχνει ότι η ταχύτητα μετάδοσης της Λάμδα είναι μεγαλύτερη σε σχέση με τις άλλες παραλλαγές».
Το Περού έχει τη μεγαλύτερη στον κόσμο θνητότητα λόγω Covid-19, όμως οι επιστήμονες δεν είναι βέβαιοι ακόμη κατά πόσο οι μεταλλάξεις της Λάμδα την καθιστούν όντως πολύ πιο μεταδοτική ή πιο θανατηφόρα. «Προς το παρόν δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι είναι πιο επιθετική από ό,τι άλλες παραλλαγές. Είναι πιθανό ότι έχει μεγαλύτερο βαθμό μεταδοτικότητας, αλλά χρειάζεται περισσότερη έρευνα επ’ αυτού», δήλωσε ο δρ Χάιρο Μέντεζ Ρίκο του Παναμερικανικού Οργανισμού Υγείας.
Στις 23 Ιουνίου η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Αγγλίας χαρακτήρισε τη Λάμδα παραλλαγή υπό διερεύνηση «λόγω της διεθνούς εξάπλωσής της και των αρκετών αξιοσημείωτων μεταλλάξεών της». Πρόσθεσε πάντως πως δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Λάμδα προκαλεί πιο σοβαρή νόσο ή καθιστά τα εμβόλια λιγότερο αποτελεσματικά.
Ο δρ Τζεφ Μπάρετ του βρετανικού Ινστιτούτου Γενετικής Wellcome Sanger διευκρίνισε ότι «ένας λόγος που είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η απειλή από τη Λάμδα, με τη χρήση υπολογιστικών και εργαστηριακών δεδομένων, είναι ότι έχει μια μάλλον ασυνήθιστη γκάμα μεταλλάξεων, σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ