Ο εμβολιασμός σώζει εκατομμύρια ζωές κάθε χρόνο και αναγνωρίζεται ευρέως ως μια από τις πιο επιτυχημένες και οικονομικά αποδοτικές παρεμβάσεις στον τομέα της υγείας, παγκοσμίως, αναφέρει η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρία.
Το πρώτο εμβόλιο που ανακαλύφθηκε ήταν το εμβόλιο της ευλογιάς, μιας θανατηφόρας ασθένειας που οδήγησε στον θάνατο περί τα 500 εκατομμύρια ανθρώπους, σε όλο τον κόσμο, τον τελευταίο αιώνα. Μετά τη χορήγηση του εμβολίου, η ασθένεια εξαφανίστηκε πλήρως.
Από τη βρεφική ηλικία μέχρι την ενήλικη ζωή, ο εμβολιασμός προστατεύει από λοιμώδη νοσήματα όπως διφθερίτιδα, τέτανο, κοκκύτη, πολιομυελίτιδα, ιλαρά, ερυθρά, παρωτίτιδα, ανεμευλογιά και έρπητα ζωστήρα, μηνιγγιτιδοκοκκικές και πνευμονιοκοκκικές λοιμώξεις, ηπατίτιδα Α και Β, γρίπη, γαστρεντερίτιδα από ροταϊό και λοιμώξεις από HPV. Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν σήμερα παγκοσμίως σχεδόν 20 εκατομμύρια μη εμβολιασμένα ή μερικώς εμβολιασμένα παιδιά.
Οι ενήλικες μετά την ηλικία των 50-60 ετών συστήνεται να κάνουν εμβόλια, όπως ισχύει και για τα μικρά παιδιά, ώστε να εξασφαλιστεί η υγιής γήρανση του πληθυσμού και να αποφευχθεί το ξέσπασμα επιδημιών από νοσήματα όπως η γρίπη και ο πνευμονιόκοκκος. Το εμβόλιο γρίπης, είναι απαραίτητο να γίνεται κατά προτίμηση μέσα στον Οκτώβριο ή Νοέμβριο, κατά προτεραιότητα στον πληθυσμό που ανήκει στις ομάδες υψηλού κινδύνου (χρόνια νοσήματα), σε όλα τα άτομα άνω των 60 ετών και στους επαγγελματίες υγείας.
Οι ασθενείς υψηλού κινδύνου κάθε ηλικίας με χρόνια νοσήματα αλλά και οι άνω των 50 ετών θα πρέπει να έχουν λάβει και το εμβόλιο έναντι του πνευμονιόκοκκου, για να είναι επαρκώς θωρακισμένοι και έναντι της πνευμονιοκοκκικής πνευμονίας, από την οποία κινδυνεύουν έτσι κι αλλιώς, καθώς η πιθανότητα εκδήλωσής της αυξάνεται αν νοσήσουν από ιογενείς λοιμώξεις (γρίπη, SARScov2).
«Η πρόληψη της αναπνευστικής νόσου και της νοσηλείας από πνευμονιόκοκκο, γρίπη και κοκκύτη μέσω του εμβολιασμού θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα αναπνευστικού ιατρικού εξοπλισμού, φαρμάκων και επαγγελματιών υγείας για την υποστήριξη των ασθενών με COVID-19», επισημαίνει ο ΠΟΥ σε μια προσπάθεια να περιοριστεί το κλινικό φορτίο από νοσήματα που δυνητικά προλαμβάνονται με τον εμβολιασμό και ταυτόχρονα να ελεγχθεί κι η πίεση που υφίστανται τα συστήματα υγείας με την πανδημία της νόσου COVID-19.
Τα εμβόλια μας φέρνουν πιο κοντά στους ανθρώπους, στιγμές, ορόσημα και στόχους που μας ενδιαφέρουν περισσότερο.
Όσο περισσότεροι άνθρωποι εμβολιάζονται κατά του SARS-Cov2, θα έρχονται πιο κοντά φυσικά, καθώς θα αρθούν οι περιορισμοί για ταξίδια και οι αποστάσεις, αλλά τα εμβόλια μας φέρνουν πιο κοντά με πολλούς άλλους τρόπους εδώ και δεκαετίες. Τα εμβόλια δημιουργούν γέφυρες από γενιά σε γενιά, προστατεύοντας τους μικρούς και μεγάλους, αποτρέποντας τη μετάδοση ασθενειών.
Οι εμβολιασμοί αποτελούν βασικό μέτρο για τη διαφύλαξη της Δημόσιας Υγείας, τονίζει η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρία και σημειώνει ότι η Ελλάδα διαθέτει ένα από τα πιο σύγχρονα και επικαιροποιημένα εμβολιαστικά προγράμματα, τόσο στην κάλυψη του παιδικού όσο και του εφηβικού και του ενήλικα πληθυσμού.
Επισημαίνει, επίσης, την ανάγκη διασφάλισης ότι δεν θα χαθούν οι συνήθεις εμβολιασμοί. Όπως στην περίπτωση πολλών παιδιών που δεν έχουν εμβολιαστεί κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας πανδημίας, αφήνοντάς τα σε κίνδυνο σοβαρών ασθενειών, όπως η ιλαρά και η πολιομυελίτιδα.
«Η ταχεία κυκλοφορία παραπληροφόρησης (αρνητές των εμβολίων) σχετικά με το θέμα του εμβολιασμού προσθέτει σε αυτήν την απειλή. Σε αυτό το πλαίσιο, η φετινή εκστρατεία του ΠΟΥ στοχεύει στην οικοδόμηση αλληλεγγύης και εμπιστοσύνης στον εμβολιασμό ως δημόσιο αγαθό που σώζει ζωές και προστατεύει την υγεία» υπογραμμίζει.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ