Η συσκευή αιμοκάθαρσης χρειάζεται πρόσβαση στο αίμα που κοιλάει στα αγγεία του σωματός σου έτσι ώστε να το οδηγήσει μέσα της, να το καθαρίσει και ύστερα να το επιστρέψει στο σώμα.
Οι πολλαπλές παρακεντήσεις που απαιτούνται είναι μια αρκετά επώδυνη και δύσκολη τεχνικά διαδικασία στις υπάρχουσες φλέβες και αρτηρίες του σώματος. Έτσι ειδικές χειρουργικές τεχνικές πρέπει να εφαρμοστούν για να κατασκευαστεί μία περιοχή η οποία να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για επανειλημένες παρακεντήσεις.
Μία μέθοδος είναι η κατασκευή μίας αρτηριοφλεβικής επικοινωνίας (fistula). Με αυτή την τεχνική μία αρτηρία και μία φλέβα ενώνονται σε κάποιο σημείο τους με ράμματα. Οι αρτηρίες μεταφέρουν αίμα από την καρδιά προς όλα τα μέρη του σώματος κάτω από υψηλές πιέσεις. Οι φλέβες συλλέγουν αίμα από το σώμα και το επιστρέφουν πίσω στην καρδιά ύπο χαμηλές πιέσεις. Έτσι, όταν ενώνεται μία αρτηρία με μία φλέβα η φλέβα διατείνεται (φουσκώνει) καθώς αίμα υψηλής πίεσης ρέει μέσα σε αυτή από την αρτηρία. Μέσα σε έξι μήνες από την επέμβαση η φλέβα μεγαλώνει σημαντικά και γίνεται πιο παχιά και πιο σκληρή έτσι ώστε μαζί με το αυξημένο μέγεθός της να αποτελεί ιδανική περιοχή παρακεντήσεων για σύνδεση με το μηχάνημα αιμοκάθαρσης.
Υπάρχουν φορές όπου τα αγγεία ενός ασθενούς είναι πολύ μικρά και ευαίσθητα για να κατασκευαστεί μία αρτηριοφλεβική επικοινωνία. Σε αυτές τις περιπτώσεις ένα κομμάτι με τη μορφή ενός σωλήνα από ειδικό πλαστικό υλικό, το οποίο ονομάζουμε αγγειακό μόσχευμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ενώσει την αρτηρία με τη φλέβα. Το αίμα που ρέει μέσα από αυτό το αρτηριοφλεβικό μόσχευμα μπορεί να ληφθεί με παρακέντηση του μοσχεύματος με τις βελόνες αιμοκάθαρσης και να οδηγηθεί προς τη συσκευή αιμοκάθαρσης.
Πάντα να ακολουθείς τις οδηγίες του γιατρού σου κατά την προετοιμασία για την επέμβαση. Αυτοί που είναι δεξιόχειρες συνήθως χειρουργούνται στο αριστερό χέρι, και αυτοί που είναι αριστερόχειρες, χειρουργούνται στο δεξί χέρι. Εάν χρειάζεται να γίνει αιμοληψία πριν από το χειρουργείο για την διενέργεια ειδικών εξετάσεων, ζήτα πάντοτε αυτή να γίνει από το χέρι που ΔΕΝ θα χειρουργηθεί.
Στο χειρουργείο, η χειρουργική επιφάνεια πλένεται με ειδικό αντισηπτικό υγρό και η περιοχή της τομής αναισθητοποιείται με ένεση τοπικού αναισθητικού. Μπορεί ακόμα να λάβεις φάρμακα που θα σε χαλαρώσουν και θα σου φέρουν μία ελαφρά υπνηλία. Επιπλέον, χορηγούνται αντιβιωτικά για να μειωθεί η πιθανότητα μίας λοίμωξης. Στις περισσότερες περιπτώσεις η όλη επέμβαση διαρκεί περίπου 90 λεπτά.
Εν συνεχεία, όσον αφορά την fistula πραγματοποιείται μία τομή η οποία επιτρέπει στον αγγειοχειρουργό να φέρει κόντά μία αρτηρία και μία φλέβα έτσι ώστε να συνδεθούν σε ένα σημείο μεταξύ τους. Όσον αφορά το αγγειακό μόσχευμα πραγματοποιούνται δύο μικρές τομές και κατασκευάζεται ένα τούνελ κάτω από το δέρμα μέσα στο οποίο τοποθετείται το μόσχευμα. Το ένα άκρο του μοσχεύματος ράβεται στην αρτηρία και το άλλο στην φλέβα, έτσι ώστε το αίμα να ρέει ταχέως από την αρτηρία προς την φλέβα δια μέσω του μοσχεύματος.
Ο κίνδυνος μίας λοίμωξης υπάρχει σε κάθε επέμβαση. Όταν αυτό συμβεί κάποιες φορές μπορεί να αντιμετωπιστεί επιτυχώς μόνο με αντιβιωτικά. ‘Aλλες φορές όμως μπορεί να χρειαστεί η αφαίρεση του μοσχεύματος και η τοποθέτηση ενός άλλου σε άλλο σημείο του σώματος. Αν αυτό συμβεί μπορεί προσωρινά να χρειαστεί τοποθέτηση ενός καθετήρα αιμοκάθαρσης είτε σε φλέβα του λαιμού είτε σε φλέβα του πάνω μέρους του μηρού.
Εάν η ροή του αίματος μέσα στο μόσχευμα είναι τόσο μεγάλη, έτσι ώστε μικρή ποσότητα αίματος να φτάνει μέχρι το άκρο του χεριού, μπορούν αν εμφανιστούν συμτώματα όπως πόνος, μούδιασμα ή αίσθημα ψύχους στο χέρι. Αυτό μπορεί να απαιτήσει μία επανεπέμβαση για να περιοριστεί η ροή του αίματος μέσα στο μόσχευμα και να αυξηθεί η ροή του αίματος προς το χέρι.
Μετά την επέμβαση συνήθως κανείς περιμένει λίγο πρήξιμο μερικές εκχυμώσεις και γενικά ενόχληση κατά την κίνηση του χεριού. Αυτά είναι αναμενόμενα και απλά παυσίπονα μπορούν να συνταγογραφηθού για την αντιμετώπισή τους. Οι γενικοί κανόνες που πρέπει να θυμάται κανείς μετά το χειρουργείο είναι:
Μετά την υποχώρηση του πρηξίματος, θα είσαι σε θέση να διακρίνεις το περίγραμμα του μοσχεύματος κάτω από το δέρμα σου. Τοποθετόντας τα δάκτυλα σου πάνω στο μόσχευμα θα είσαι σε θέση να αισθανθείς μία δόνηση η οποία δηλώνει την ροή του αίματος μέσα από αυτό. Όταν επισκευτείς τον γιατρό σου αμέσως μετά το χειρουργείο ζήτα του να ακούσεις με το στηθοσκόπιό του τον ειδικό θόρυβο που κάνει το αίμα καθώς ρέει μέσα από το μόσχευμα. Αυτά τα δύο σημάδια δηλώνουν ότι το μόσχευμα λειτουργεί καλώς.
Κατά μέσω όρο τα μοσχεύματα μένουν ανοικτά για ένα περίπου χρόνο. Είναι δύσκολο αυτό να το προβλέψει κανείς γιατί κάποια μοσχεύματα κλείνουν μόνο μερικούς μήνες μετά την επέμβαση και άλλα μένουν ανοικτά για χρόνια. Θα καταλάβεις πότε το μόσχευμά σου έκλεισε όταν οι δονήσεις που ένιωθες βάζοντας τα δάκτυλά σου πάνω στο μόσχευμα, εξαφανιστούν ή όταν παύεις να ακούς τον χαρακτηριστικό ήχο με το στηθοσκόπιο πάνω από το μόσχευμα. Το κλείσιμο του μοσχεύματος συνήθως οφείλεται σε ανάπτυξη ουλής στην περιοχή όπου το μόσχευμα συνδέεται με τη φλέβα. Η ουλή αυτή εμποδίζει τη ροή του αίματος και προκαλεί δημιουργία θρόμβου. Όταν συμβαίνει αυτό, δεν είναι επικίνδυνο αλλά θα σε οδηγήσει πάλι στο χειρουργείο για αφαίρεση του θρόμβου και της ουλής και επιδιόρθωση του μοσχεύματος.