Η κυριότερη αποστολή της αιμοσφαιρίνης και επομένως των ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι η μεταφορά του οξυγόνου από τους πνεύμονες στους ιστούς και του CO2 από τους ιστούς προς του πνεύμονες και συμμετέχει στην ρύθμιση της οξεοβασικής ισορροπίας του αίματος.
Η μετρησή της βοηθάει στον καθορισμό της παρουσίας αναιμίας και της βαρύτητά της. Φυσιολογικές τιμές για ενήλικες άνδρες είναι 14-17 g % και για τις γυναίκες 12-15g % .
Εξίσου σημαντική μέτρηση είναι της γλυκοζιωμένης αιμοσφαιρίνης (ΗbA1c) (4.5-5,7%), η οποία αντανακλά τη μέση τιμή γλυκόζης στο αίμα για μια περίοδο 2-3 μηνών πριν την εξέταση. Η εξέταση αυτή μπορεί να συμβάλλει στη διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη (τιμές ≥ 6,5%), η κύρια εφαρμογή της, ωστόσο, είναι στην παρακολούθηση των ασθενών με προδιαβήτη ή σακχαρώδη διαβήτη και στην αξιολόγηση τόσο της αποτελεσματικότητας της θεραπείας όσο και της συμμόρφωσης των ασθενών σ’ αυτή.
Εκτός από τις αλλαγές στη γενική ανάλυση του αίματος στην αιμολυτική αναιμία, τα προϊόντα μεταβολισμού της αιμοσφαιρίνης βρίσκονται επίσης στα ούρα. Στο αίμα, η συγκέντρωση της χολερυθρίνης αυξάνεται κυρίως λόγω του έμμεσου κλάσματος. Το τελευταίο σύμπτωμα είναι αρκετά παθογνωμονικό για αυτή την ομάδα ασθενειών.
Στα ούρα ο προσδιορισμός της αιματουρίας είναι μία από τις βασικότερες εξετάσεις της γενικής εξέτασης ούρων. Σήμερα προσδιορίζεται με ταινία ούρων με την μέθοδο της υπεροξειδάσης. Η αιματουρία δεν αποτελεί ασθένεια αλλά σύμπτωμα επικείμενης νόσου. Όταν τα ερυθρά αιμοσφαίρια είναι σε μεγάλη ποσότητα ώστε το χρώμα των ούρων να είναι ερυθρό, η αιματουρία ονομάζεται μακροσκοπική ή εμφανής. Αντίθετα όταν η ποσότητα των ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι μικρή, τα ούρα διατηρούν το κίτρινο χρώμα τους και η αιματουρία καλείται μικροσκοπική ή αφανής. Φυσιολογικά 1.000.000 ερυθρά αιμοσφαίρια αποβάλλονται ημερησίως με τα ούρα, αριθμός που αντιστοιχεί σε 1 με 3 ερυθρά αιμοσφαίρια κατά οπτικό πεδίο (κ.ο.π.) σε συνολική μεγέθυνση 400Χ ιζήματος φυγοκεντρημένων ούρων.
Ο κατάλογος των παραλλαγών του μορίου της αιμοσφαιρίνης είναι πολύ μεγάλος. Οι αιμοσφαιρινοπάθειες είναι μέρος οικογενείας ανωμαλιών που προέρχονται είτε απο την παραγωγή ενός δομικά ανώμαλου μορίου αιμοσφαιρίνης , ή απο την σύνθεση ανεπαρκών ποσοτήτων φυσιολογικής αιμοσφαιρίνης ή και τα δυο.
Η δρεπανοκυτταρική αναιμία HbS, η νόσος της αιμοσφαιρίνης C HbC και τα σύνδρομα της θαλασσαιμίας είναι αντιπροσωπευτικοί τύποι αιμοσφαιρινοπαθειών που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές κλινικές συνέπειες. Οι πρώτες δυο καταστάσεις προκαλούνται από την παραγωγή της αιμοσφαιρίνης με διαφορετική αλληλουχία αμινοξέων, ενώ οι θαλασσαιμίες προκαλούνται απο την ελαττωμένη παραγωγή φυσιολογικής αιμοσφαιρίνης.
Περιπτώσεις όπου παρουσιάζεται ανεπαρκής ή ελλατωματική παραγωγή αιμοσφαιρίνης στο ερυθρο αιμοσφαίριο συμβάλλει στην εμφάνιση αναιμίας.
Η αναιμία είναι ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας που αφορά τόσο τις ανεπτυγμένες όσο και τις αναπτυσσόμενες χώρες. Παρά το γεγονός ότι η κύρια αιτία της αναιμίας (50% των περιπτώσεων) παγκοσμίως είναι η έλλειψη σιδήρου, έχει και άλλη αιτιολογία, δηλαδή συνυπάρχει με αριθμό άλλων ασθενειών. Γι αυτό και τις διαχωρίσαμε παρακάτω σε δυο βασικές συνοπτικές κατηγορίες:
Απλαστική Αναιμία
Συμπεριλαμβάνονται η απλαστική αναιμία, που οφείλεται σε μειωμένη παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων από τον μυελό των οστών και αποτελεί σπάνια διαταραχή.
Μεγαλοβλαστικές Αναιμίες
Οι μεγαλοβλαστικές αναιμίες οφείλονται σε ανεπάρκεια φυλλικού οξέος και/ή της βιταμίνης Β12 και χαρακτηρίζονται από την παρουσία μεγάλων ερυθροβλαστών. Έλλειψη βιταμίνης Β12 παρατηρείται συνήθως σε αποκλειστικά χορτοφάγους και σε άτομα με παθήσεις του ειλεού, ενώ έλλειψη φυλλικού οξέος εμφανίζεται σε άτομα που δεν καταναλώνουν φρούτα και λαχανικά, σε αλκοολικούς και σε πάσχοντες από παθήσεις του λεπτού εντέρου.
Σιδηροπενική Αναιμία
Η σιδηροπενική αναιμία οφείλεται στα μειωμένα επίπεδα σιδήρου, που δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες σύνθεσης της αιμοσφαιρίνης και είναι η πιο συχνή μορφή αναιμίας .
Τέλος, στην κατηγορία αυτή κατατάσσουμε και τις αναιμίες που συνοδεύουν χρόνιες παθήσεις, όπως τη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, τις ηπατοπάθειες και τα κακοήθη νεοπλάσματα.
Εδώ συγκαταλέγονται οι αναιμίες που τις περισσότερες φορές οφείλονται σε κληρονομικά αίτια και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την κληρονομική σφαιροκυττάρωση και τις αιμοσφαιρινοπάθειες (α-και β-μεσογειακή αναιμία, δρεπανοκυτταρική αναιμία). Επειδή τα συμπτώματα αυτού του είδους αναιμίας είναι συνήθως σοβαρά, απαιτούνται πολλές φορές μεταγγίσεις αίματος στους ασθενείς.
Η αναιμία μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, παρακάτω φαίνονται ορισμένοι από αυτούς.
«Το καλύτερο του θεραπεύειν είναι το προλαμβάνειν», Ιπποκράτης
Αίσθημα αδύναμιας, εύκολη κόπωση και εξάντληση αποτελούν βασικά συμπτώματα. Η μειωμένη ενέργεια ,ενώ καταβάλλετε την ίδια προσπάθεια για να ανταποκριθείτε στις καθημερινές σας δραστηριότητες. Μπορεί να δυσκολεύεστε να συγκεντρωθείτε στο διάβασμα ή να παρακολουθήσετε τηλεόραση. Εάν αυξηθεί το βάρος σας, εξαντλούνται ακόμη περισσότερο τα επίπεδα ενέργειας που διαθέτετε.
Εάν η αναιμία προχωρήσει, μπορεί να προκαλέσει ωχρότητα στο δέρμα, δύσπνοια, λαχάνιασμα, πονοκέφαλο και ζαλάδες (ιδιαίτερα όταν στέκεστε όρθιοι), ταχυκαρδία, βοή στα αυτιά, δίψα, απώλεια βάρους, προβλήματα μνήμης, σύγχυση, υπνηλία. Σε κάθε περίπτωση μόνο ο γιατρός μπορεί να κρίνει εάν έχετε αναιμία ή όχι, τον τύπο και την αντιμετώπισή της. H αυθαίρετη λήψη συμπληρωμάτων χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του ειδικού μπορεί όχι απλώς να μη λύσει το πρόβλημα, αλλά ακόμα και να το επιδεινώσει.
O ειδικός θα αξιολογήσει τα συμπτώματα και θα εκτιμήσει τα αποτελέσματα των αιματολογικών εξετάσεων, ελέγχοντας ειδικότερα τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης στο αίμα, που δεν θα πρέπει να πέφτουν κάτω από τα 12 g/dl.(1 dl=100 ml). Εάν υπάρχει έλλειψη σιδήρου, βιταμίνης B12 ή φυλλικού οξέος, μπορεί να σας συστήσει την κατανάλωση συμπληρωμάτων διατροφής και εμπλουτισμό της διατροφής σας με τροφές πλούσιες σε αυτά τα συστατικά.
Υπάρχουν τρόποι να προλάβουμε τα συμπτώματα της αναιμίας, ειδικά εάν αυτή είναι ήπιας μορφής, όπως για παράδειγμα η Σιδηροπενική αναιμία.:
Απαραίτητος στη δομή της αιμοσφαιρίνης είναι ο σίδηρος για τον οποίο γίνεται τόσος λόγος. Έλλειψη σιδήρου προκαλεί αλλαγή στο ποσό της αιμοσφαιρίνης, το μέγεθος των ερυθρών και τον αριθμό τους και τελικά σε πτώση του αιματοκρίτη.
Για τη διατήρηση της φυσιολογικής αιμοποιητικής διαδικασίας στον οργανισμό, απαιτείται πρόσληψη σιδήρου από τη διατροφή ικανή να αντισταθμίσει τις καθημερινές μη ειδικές απώλειες. Παρότι η ποσότητα του σιδήρου που προσλαμβάνεται είναι σχετικά μικρή (περίπου 1-2 mg ημερησίως), η παρατεταμένη ελλειμματική πρόσληψη οδηγεί σε εξάντληση των αποθεμάτων, με αποτέλεσμα τη μειωμένη ικανότητα αιμοποίησης και, τελικά, την εμφάνιση σιδηροπενικής αναιμίας.
Ακ και ο Σίδηρος απαντάται σε όλες, σχεδόν, τις τροφές οι περισσότερες περιέχουν ελάχιστες ποσότητες αυτού. Μια μάλλον καλή πηγή είναι συγκεκριμένα λαχανικά και δημητριακά προιόντα (πχ. νιφάδες βρώμης 4,6 mg/ 100g) εν αντιθέσει με την ποσότητα στα φρούτα, την ντομάτα και τα προιόντα γάλακτος που είναι αμελητέα.
Στα δημητριακά η περιεκτικότητα ελαττώνεται όσο αυξάνεται η επεξεργασία, για παραδειγμα στο λευκό αλεύρι είναι το ένα τρίτο της περιεκτικότητάς του απο το ολικής αλέσεως. Αυτό βεβαια που χρειάζεται να ελέγχετε ειναι πάντα η βιοδιαθεσιμότητα. Ο σίδηρος που δεν προέρχεται απο ζωική τροφή, απορροφάται λιγότερο (3-8 %), με την βιοδιαθεσιμότητα να εξαρτάται, γενικά, από τα υπόλοιπα συστατικά της τροφής, όπως για παράδειγμα η ταυτόχρονη πρόσληψη 75 mg ασκορβικού οξέος μπορεί να τετραπλασιάσει το ρυθμό απορρόφησης. Βεβαια αντίθετως η παρουσία ασβεστίου ή φυτικών ινών μπορεί να μειώνει την βιοδιαθεσιμότητά του.
Είδος Τροφής | Περιεκτικότητα σε Σίδηρο mgr/100gr | Είδος Τρόφής | Περιεκτικότητα σε Σίδηρο mgr/100gr |
Λαχανικά σπανάκι φασόλια | 3.02.3 | Κρέας μόσχου χοίρου | 2.92.2 |
Φρούτα Βερίκοκα | 4.9 | Όσπρια φασόλια φακή μπιζέλια | 10.38.36.0 |
Ξηροί Καρποί δαμάσκηνα σύκα σταφίδες αμύγδαλα | 3.93.13.34.4 | Διάφορα αυγό σοκολάτα αλεύρι πλήρες | 2.54.44.0 |
ΠΗΓΗ: mednutrition