Αλίκη Ινιωτάκη, Ιατρός Πρώην Συντονίστρια – Διευθύντρια στο Εθνικό Κέντρο Ιστοσυμβατότητας
Σύμφωνα με δεδομένα από το Transplant Newsletter, το 2014 πραγματοποιήθηκαν στην Ευρωπαïκή Κοινότητα 19.670 μεταμοσχεύσεις νεφρού όταν στη λίστα αναμονής για ένα μόσχευμα ήταν περισσότεροι από 46.000 υποψήφιοι λήπτες. Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι ασθενείς δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στη λίστα αναμονής και άλλοι θα παραμείνουν στη λίστα χρόνια περιμένοντας ένα μόσχευμα που μπορεί να αργήσει ή να μην έλθει ποτέ. Απελπισμένοι άνθρωποι μπορεί να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις έξω από τα Ευρωπαïκά δεοντολογικά και νομικά πλαίσια.
Τα προγράμματα μεταμοσχεύσεων νεφρού από ζώντα δότη αναπτύχθηκαν αφ ενός λόγω της ένδειας μοσχευμάτων από αποβιώσαντα δότη που έχει σαν αποτέλεσμα την συνεχώς διογκούμενη λίστας υποψήφιων ληπτών και αφ ετέρου γιατί η μεταμόσχευση από ζώντα δότη είναι η θεραπεία επιλογής για κάποιους ασθενείς με σύνθετα κλινικά ανοσολογικά ή άλλου τύπου προβλήματα, οι οποίοι δεν θα μπορούσαν να έχουν ένα κατάλληλο μόσχευμα από αποβιώσαντα δότη. Σύμφωνα με το ψήφισμα της Μαδρίτης κάθε χώρα πρέπει να εξαντλεί όλες τις δυνατότητες για να οργανώσει τις μεταμοσχεύσεις από αποβιώσαντα δότη και παράλληλα να αναπτύξει προγράμματα μεταμοσχεύσεων από ζώντα δότη.
Το 2016 καταγράφηκαν παγκόσμια 89.823 μεταμοσχεύσεις νεφρού εκ των οποίων 42% από ζώντα δότη
Στην Ευρώπη, σε 28 χώρες με πληθυσμό 508.9 εκατομμύρια κατοίκους, οι μεταμοσχεύσεις νεφρού από ζώντα δότη κυμαίνονται από 32.4 έως 1.0 ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Οι μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις Ευρωπαïκές χώρες φαίνονται στο χάρτη. Σε δώδεκα από τις 28 Ευρωπαïκές χώρες (42.85%) οι δείκτες ήταν κάτω από 5 ανά εκατομμύριο πληθυσμού, σε δεκατρείς χώρες (46.4%) οι δείκτες κυμαίνονταν μεταξύ 5 έως 15 ανά εκ. πληθ. και μόνο σε τρείς χώρες (10.7%) οι δείκτες ήταν πάνω από 15 ανά εκ. πληθ.
Αυτές οι διαφορές δηλώνουν ότι βελτιώνοντας τη δωρεά νεφρικού μοσχεύματος από ζώντα δότη, οι μεταμοσχεύσεις νεφρού μπορεί να αυξηθούν σημαντικά σε πολλές Ευρωπαïκές χώρες. Η χώρα μας, με δείκτη 6.1 ανά εκατομμύριο πληθυσμού ανήκει στη μεσαία ομάδα και φαίνεται να έχει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Αυτό θα σήμαινε επέκταση της επιβίωσης των ασθενών, βελτίωση της ποιότητας ζωής και εξασφάλιση σημαντικού χρηματικού ποσού για το υγειονομικό σύστημα της χώρας.
Σκοπός της μελέτης αυτής είναι να επισημάνει τις προϋποθέσεις βελτίωσης της δωρεάς νεφρικού μοσχεύματος από ζώντα δότη στη χώρα και να ενθαρρύνει συνομιλίες στις αρμόδιες αρχές με τελικό στόχο να καθιερωθούν και να τελειοποιηθούν τα προγράμματα δωρεάς νεφρού από ζώντα δότη. H μελέτη αυτή στηρίχθηκε στο έγγραφο της Ευρωπαïκής Κοινότητας «Εργαλειοθήκη για τη δωρεά νεφρού από ζώντα δότη», αποτέλεσμα της συνεργασίας εκπροσώπων των Κρατών Μελών στην Ομάδα Εργασίας για τη ζώσα δωρεά (2009-2015) όπως καθορίστηκα από την Κοινοτική οδηγία 2010/53/EU. Η συγκεκριμένη οδηγία έχει ενσωματωθεί στην Ελληνική νομοθεσία με τον νόμο 3984/2011.
Υπάρχουν σημαντικά πλεονεκτήματα από τη μεταμόσχευση από ζώντα δότη σχετικά με τον ασθενή και την επιβίωση του μοσχεύματος. Για γενετικά συγγενείς δότες ο χρόνος ημίσειας ζωής των μοσχευμάτων περνά τα 15 χρόνια, ενώ όργανα από μη συγγενείς ζώντες δότες έχουν το ίδιο καλό χρόνο επιβίωσης όπως μοσχεύματα από αποβιώσαντα δότη με την καλύτερη συμβατότητα. Τα πολύ καλά αποτελέσματα της μεταμόσχευσης από ζώντα δότη οφείλονται επίσης στο ότι οι δότες είναι νεότεροι και με καλή υγεία, στην καλύτερη ποιότητα του μοσχεύματος, το μικρότερο χρόνο ψυχρής ισχαιμίας του μοσχεύματος και τη δυνατότητα μεταμόσχευσης πριν ο ασθενής ενταχθεί σε πρόγραμμα υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας.
Όπως όλες οι χειρουργικές επεμβάσεις έτσι και η δωρεά από ζώντα δότη έχει συγκεκριμένους κινδύνους για το δότη. Ο δείκτης θνησιμότητας για τους ζώντες δότες νεφρικού μοσχεύματος υπολογίζεται σε 1/3.000. Αντίστοιχα τα σοβαρά συμβάντα νοσηρότητας που σχετίζονται με τη νεφρεκτομή κυμαίνονται στο 3%, με διαφορές ανάλογα με τη χειρουργική τεχνική που χρησιμοποιήθηκε. Με τις μοντέρνες λαπαροσκοπικές τεχνικές οι δείκτες νοσηρότητας ελαττώθηκαν περισσότερο ενώ παράλληλα ακολουθεί γρηγορότερη ιατρική και κοινωνική ανάκαμψη.
Εντούτοις, από την μακροχρόνια παρακολούθηση μετά τη μεταμόσχευση, φάνηκε ότι για κάποιους δότες νεφρικού μοσχεύματος υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος. Δύο μελέτες σχετικά με την ασφάλεια και τη μακροχρόνια έκβαση των ζώντων δοτών υποστηρίζουν ότι συγκεκριμένες ομάδες (αφρικανοί, γενετικά συγγενείς δότες σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια ανοσολογικής αιτιολογίας, παχύσαρκοι δότες) έχουν υψηλότερο κίνδυνο να καταλήξουν σε τελικό στάδιο νεφρικής νόσου μετά τη δωρεά. Αυτές οι δύο δημοσιεύσεις, σχετικά με την ασφάλεια στη δωρεά νεφρού από ζώντα δότη, συνοψίζονται σε μία ανακοίνωση από την Επιτροπή Μεταμόσχευσης Οργάνων του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Αντίθετα, άλλες μελέτες έδειξαν ότι η επιβίωση των ζώντων δοτών νεφρικού μοσχεύματος ήταν ίδια με ομάδες ελέγχου αντίστοιχης ηλικίας, φύλου ή εθνότητας ή ότι η επιβίωση και ο κίνδυνος ανάπτυξης νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου ήταν ίδια με του γενικού πληθυσμού. Συνολικά ο κίνδυνος ανάπτυξης νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου μετά τη δωρεά παραμένει πολύ χαμηλός, υπολογιζόμενος στο 0.5% των ζώντων δοτών, πολύ χαμηλότερος του γενικού πληθυσμού. Παρ όλα αυτά κρίνεται ζωτικής σημασίας όλοι οι ζώντες δότες να ενημερώνονται κατάλληλα για τους πιθανούς κινδύνους από τη δωρεά και να παρακολουθούνται συστηματικά.
Οι ζώντες δότες είναι μια ειδική ομάδα ατόμων. Επιλέγουν να υποστούν μία χειρουργική επέμβαση και να αφαιρέσουν ένα υγιές και πλήρως λειτουργούν μόσχευμα με σκοπό να βοηθήσουν ένα άτομο που έχει ανάγκη. Επομένως η αξιολόγηση και η επιλογή του δότη πρέπει να βασίζεται σε κατάλληλες προδιαγραφές. Αυτές περιλαμβάνουν μια ακριβή και εμπεριστατωμένη διαδικασία συναίνεσης του δότη από την οποία ο δότης πρέπει να ενημερώνεται για τους κινδύνους της διαδικασίας και τις εναλλακτικές θεραπείες για τον υποψήφιο λήπτη. Η μεταμοσχευτική κοινότητα, ιδιαίτερα μέσω του Amsterdam Forum έχει καταθέσει οδηγίες για την αξιολόγηση, επιλογή και τη φροντίδα του ζώντα δότη νεφρικού μοσχεύματος.
Αυτές οι γενικές αρχές εκφράζονται σταθερά σε διεθνή νόμιμα πρότυπα όπως το πρωτόκολλο με τη σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιοïατρική στη μεταμόσχευση οργάνων και ιστών ανθρώπινης προέλευσης, οι βασικές αρχές στη μεταμόσχευση κυττάρων, ιστών και οργάνων από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και η κοινοτική οδηγία 2010/53/EU του Ευρωπαïκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου σχετικά με πρότυπα ποιότητας και ασφάλειας ανθρώπινων οργάνων που προορίζονται για μεταμόσχευση όπως τροποποιήθηκε στις 27 Αυγούστου 2012.
Οι χώρες που πραγματοποιούν μεταμοσχεύσεις νεφρού από ζώντα δότη θα πρέπει να καταχωρούν πληροφορίες σχετικά με την έκβαση του ζώντα δότη, συμπεριλαμβανομένων των επιπλοκών που εμφανίζονται στον εγγύς ή τον απώτερο από τη μεταμόσχευση χρόνο και συνδέονται με τη δωρεά. Μετά το εξιτήριο από τη Μονάδα Μεταμοσχεύσεων είναι πολύ πιθανόν να παρατηρηθεί στο δότη μία καταθλιπτική ή απαθής συμπεριφορά και για το λόγο αυτό συνιστάται η δια βίου συνεχής επικοινωνία του δότη με το προσωπικό της Μονάδας Μεταμοσχεύσεων ή την ομάδα των συντονιστών. Η παρακολούθηση πρέπει να αφορά ιατρική και ψυχοκοινωνική εκτίμηση ενώ παράλληλα πρέπει να λαμβάνεται υπ όψιν πιθανή οικονομική δαπάνη του δότη σε σχέση με τη δωρεά και να ακολουθεί αντίστοιχη αποζημίωση.
Το άρθρο 15 της κοινοτικής οδηγίας 2010/53/EU ζητά από κάθε κράτος μέλος να οργανώσει ένα Εθνικό Μητρώο Ζώντων Δοτών. Οι σκοποί της δημιουργίας ενός τέτοιου μητρώου είναι η καλύτερη αξιολόγηση της έκβασης των ζώντων δοτών νεφρικού μοσχεύματος (και κατ επέκταση ηπατικού) με βάση τα συγκεντρωμένα αποτελέσματα μεγάλου αριθμού δοτών, με αποτέλεσμα βελτίωση της πληροφορίας σχετικά με τη δωρεά από ζώντα δότη και διάδοση της πληροφορίας σε άλλα Ευρωπαïκά Κράτη, οδηγώντας σε ασφαλέστερες διαδικασίες τη ζώσα δωρεά. Πολλές χώρες έχουν αναπτύξει εθνικά μητρώα για να διευκολύνουν και να βελτιώσουν την παρακολούθηση των ζώντων δοτών μετά τη μεταμόσχευση, με κάποιες να κρατούν αρχεία από τη δεκαετία του 1990.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 σχεδόν όλες οι μεταμοσχεύσεις νεφρού από ζώντα δότη πραγματοποιούνταν με ένα μόσχευμα από γενετικά συγγενείς δότες (γονείς, αδέλφια και παππούδες). Τα περισσότερα μεταμοσχευτικά κέντρα σήμερα δέχονται δότες γενετικά μη συγγενείς με τους λήπτες, όπως συζύγους και φίλους, με την ίδια καλή έκβαση. Στις μεταμοσχεύσεις αυτές ο δότης γνωρίζει το λήπτη και η δωρεά χαρακτηρίζεται σαν «κατευθυνόμενη – άμεση δωρεά». Αρκετές Ευρωπαικές χώρες έχουν αναπτύξει σε τοπικό, εθνικό ή διακρατικό επίπεδο, σύστημα ανταλλαγής νεφρικών μοσχευμάτων μεταξύ ασύμβατων ζευγαριών σύστημα γνωστό ως «διασταυρούμενη – έμμεση δωρεά». Με τον τρόπο αυτό μεταμοσχεύονται ασθενείς που θα έπρεπε να εγγραφούν στη λίστα για αποβιώσαντα δότη, εφ όσον ο ζων δότης τους δεν είναι κατάλληλος γι αυτούς. Κάποιες χώρες δέχονται αλτρουιστές δότες, όπου ο δότης δεν γνωρίζει την ταυτότητα του λήπτη και η δωρεά χαρακτηρίζεται «μη κατευθυνόμενη».
Οι τύποι δωρεάς από ζώντα δότη για μεταμόσχευση νεφρού θα μπορούσαν να ταξινομηθούν ως εξής:
Α. Κατευθυνόμενη-άμεση δωρεά όταν ένα άτομο δωρίζει ένα νεφρικό μόσχευμα:
(α) σε γενετικά και συναισθηματικά συνδεδεμένο συγγενή λήπτη, ο δότης είναι συγγενής εξ αίματος με τον υποψήφιο λήπτη
(β) σε συναισθηματικά αλλά όχι γενετικά συνδεδεμένο λήπτη, σύζυγο, σύντροφο, στενό φίλο
(γ) σε γενετικά και συναισθηματικά μη συνδεόμενο λήπτη – άμεση αλτρουιστική δωρεά, όταν με παρέμβαση τρίτου όπως κοινωνικοί διαδυκτιακοί ιστότοποι ή ενημέρωση από τις εφημερίδες, δότης και λήπτης έρχονται σε επικοινωνία με σκοπό τη μεταμόσχευση
Β. Έμμεσα κατευθυνόμενη δωρεά όταν ένα άτομο δωρίζει ένα νεφρικό μόσχευμα:
(α) σε πρόγραμμα ασύμβατων ζευγαριών χιαστί: όταν ένας συγγενής, φίλος ή σύντροφος μπορεί να δωρίσει ένα όργανο και δεν είναι συμβατός με τον υποψήφιο λήπτη αλλά και οι δύο ταιριάζουν χιαστί με ένα άλλο δότη και λήπτη που έχουν επίσης πρόβλημα ασυμβατότητας μεταξύ τους, τότε οι ασθενείς λαμβάνουν ένα συμβατό με αυτούς μόσχευμα, ο ένας από το δότη του άλλου.
(β) σε πρόγραμμα δωρεάς από δεξαμενή ασύμβατων ζευγαριών: είναι μία μορφή δωρεάς μεταξύ ασύμβατων ζευγαριών όπου το ζευγάρι ελέγχεται για συμβατότητα με μία δεξαμενή ζευγαριών με τον ίδιο τρόπο με τη χιαστί δωρεά αλλά στην ανταλλαγή συμμετέχουν πάνω από δύο δότες και λήπτες και πάνω από δύο ασθενείς λαμβάνουν συμβατό μόσχευμα. Ο τρόπος αυτός οδηγεί σε αλυσίδα μεταμοσχεύσεων
Γ. Μη κατευθυνόμενη δωρεά όταν ένα άτομο δωρίζει ανώνυμα ένα νεφρικό μόσχευμα:
(α) σε λήπτη στη λίστα αναμονής για αποβιώσαντα δότη. Ο δότης δεν έχει επικοινωνία με το λήπτη και δεν δίδονται λεπτομέρειες της μεταμόσχευσης.Το όργανο μπορεί να διατίθεται με τις ίδιες διαδικασίες που διατίθενται τα μοσχεύματα από αποβιώσαντα δότη.
(β) σε πρόγραμμα ανταλλαγής μοσχευμάτων μεταξύ ζευγαριών με τη διαδικασία domino.
Η Ελληνική νομοθεσία επιτρέπει προγράμματα κατευθυνόμενης άμεσης και έμμεσης δωρεάς από ζώντα δότη. Ειδικότερα, το πρόγραμμα αμοιβαίας δωρεάς οργάνων (kidney paired donation – KPD) ξεκίνησε στην Ελλάδα το 2017 στη Μονάδα Μεταμοσχεύσεων του Λαικού Νοσοκομείου Αθηνών σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Ιστοσυμβατότητας στο ΓΝΑ Γ. Γεννηματάς. Τα προγράμματα αμοιβαίας δωρεάς έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα συγκρινόμενα με την εφαρμογή άμεσης δωρεάς σε περιπτώσεις ασύμβατης ΑΒΟ ομάδας ή μιας θετικής HLA ιστικής διασταύρωσης (HLA crossmatch). Αυτά τα προγράμματα είναι φθηνότερα αλλά λογιστικά πολύπλοκα, ενώ περιλαμβάνουν την μερική απώλεια του συναισθηματικού στοιχείου που χαρακτηρίζει την άμεση δωρεά. Η χώρα μας δεν έχει ακόμη προχωρήσει στην αλτρουιστική δωρεά η οποία απαιτεί αυστηρό έλεγχο για την τήρηση των κανόνων δεοντολογίας.
Οι βασικές αρχές για τη μεταμόσχευση ιστών και οργάνων της παγκόσμιας οργάνωσης υγείας (ΕΒ123/5) καθορίζουν ότι «η δωρεά από αποβιώσαντα δότη πρέπει να αναπτυχθεί στο μεγαλύτερο δυνατό επίπεδο αλλά και ενήλικα άτομα μπορεί να προσφέρουν όργανα ακολουθώντας τις διαδικασίες κάθε χώρας». Κάθε χώρα αρχικά πρέπει να αναπτύξει ένα πλαίσιο διαδικασιών γύρω από τη μεταμόσχευση από ζώντα δότη που να αποκλείει τακτικές όπως παράνομη διακίνηση οργάνων ή εμπορευματοποίηση.
Πρωταρχικός στόχος ενός τέτοιου πλαισίου είναι η προστασία του δότη. Το άρθρο 13 της κοινοτικής οδηγίας 2010/53/EU αναλύει τις αρχές που πρέπει να διέπουν τη δωρεά. Τέλος η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας καθορίζει ότι « Η πώληση κυττάρων, ιστών και οργάνων για μεταμόσχευση από άτομο ή εγγύτερο συγγενή, απαγορεύεται. Εθνικοί νόμοι πρέπει να διασφαλίζουν ότι η όποια αποζημίωση του δότη δεν αποτελεί συγκαλυμμένη μορφή για τη δωρεά». Η ίδια οδηγία καθορίζει τους όρους της λήψεις άδειας για τα Κέντρα αφαίρεσης και μεταμόσχευσης.
Η συγκατάθεση του δότη για τη δωρεά πρέπει να λαμβάνεται μετά ξεκάθαρη, κατανοητή και ειλικρινή ενημέρωση του υποψήφιου δότη από την ειδική ομάδα συντονιστών. Η συγκατάθεση λαμβάνεται μετά ενημέρωση του υποψήφιου δότη για πιθανούς ιατρικούς, ψυχολογικούς, οικονομικούς κινδύνους ή κινδύνους για την ποιότητα ζωής λήπτη και δότη. Η ίδια ομάδα αξιολογεί το κίνητρο του δότη και επιβεβαιώνει την απουσία εξαναγκασμού ή εμπορικής δραστηριότητας. Πρέπει να γίνεται κατανοητό ότι ο δότης μπορεί να αρνηθεί ανά πάσα στιγμή τη δωρεά. Επίσης κανένα όργανο δεν μπορεί να αφαιρεθεί από άτομο που δεν είναι σε θέση να δώσει την συγκατάθεση του. Τέλος υπάρχει ένα θέμα σχετικά με τη δυσαναλογία που παρατηρείται στο υψηλό ποσοστό γυναικών ζώντων δοτών οργάνων. Σύμφωνα με στοιχεία από τη συνάντηση του Amsterdam σχετικά με την προστασία του ζώντα δότη, 65% των ζώντων δοτών είναι γυναίκες και περίπου 65% των ληπτών είναι άνδρες.
Το γεγονός ότι η μεταμόσχευση νεφρού από ζώντα δότη μπορεί να πραγματοποιηθεί επιτυχώς με ένα μόσχευμα από γενετικά μη συγγενή δότη, σε σχέση με την έλλειψη μοσχευμάτων και την άνιση κατανομή του πλούτου στον κόσμο, έχει ανοίξει την πόρτα σε μεταμοσχεύσεις έξω από τα πλαίσια της δεοντολογίας, όπως αυτή έχει καθιερωθεί από την μεταμοσχευτική κοινότητα και πολλούς διεθνείς οργανισμούς. Αυτές οι τακτικές περιλαμβάνουν εμπορευματοποίηση της μεταμόσχευσης, παράνομη μεταφορά οργάνων και παράνομη μετακίνηση ατόμων με σκοπό την αφαίρεση οργάνων, τακτικές που απαγορεύονται δια νόμου στις περισσότερες χώρες αλλά ισχύουν ακόμη σε ορισμένα σημεία του κόσμου.
Η παράνομη μετακίνηση με σκοπό τη μεταμόσχευση συνήθως συμβαίνει στα πλαίσια του λεγόμενου μεταμοσχευτικού τουρισμού που κατά κανόνα συνίσταται από οικονομικά ευκατάστατους υποψήφιους λήπτες που ταξιδεύουν σε χώρες που στερούνται νομικών και δεοντολογικών πλαισίων προστασίας των ζώντων δοτών ή των απαραίτητων ελεγκτικών μηχανισμών. Παράνομη μετακίνηση με σκοπό τη μεταμόσχευση μπορεί να παρατηρηθεί και σε χώρες με οργανωμένο πρόγραμμα μεταμοσχεύσεων και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους μη μόνιμους κατοίκους που εμφανίζονται ως ζώντες δότες ή /και υποψήφιοι λήπτες. Οι ευπαθείς ομάδες γίνονται τότε αντικείμενο εκμετάλλευσης και εκτίθενται σε ιατρικές, ψυχολογικές και κοινωνικές επιπλοκές. Με αυτές τις προϋποθέσεις η ποιότητα και ασφάλεια της διαδικασίας της δωρεάς και της μεταμόσχευσης δεν είναι εγγυημένη. Στην πραγματικότητα ασθενείς που μεταμοσχεύθηκαν κάτω από αυτές τις συνθήκες αναπτύσσουν πολλές επιπλοκές καθώς και ασθένειες που μεταβιβάζονται με το μόσχευμα από το δότη.
Επομένως είναι επιτακτική ανάγκη οι χώρες με προγράμματα μεταμόσχευσης από ζώντα δότη να διαθέτουν την κατάλληλη νομοθεσία και ρυθμιστικές υποδομές που να εξασφαλίζουν ότι το πρόγραμμα ζώσας μεταμόσχευσης προσαρμόζεται στους διεθνείς κανόνες και ότι προσφέρει στο δότη και τον λήπτη την προστασία και ασφάλεια που απαιτείται.
Με δεδομένο τα αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα της μεταμόσχευσης νεφρού ο αριθμός των υποψήφιων ληπτών νεφρικού μοσχεύματος συνεχίζει να αυξάνεται με παράλληλη αύξηση του κόστους στο σύστημα υγείας. Για το λόγο αυτό σε όλο τον κόσμο γίνεται προσπάθεια παράλληλης ενίσχυσης της μεταμόσχευσης νεφρού από ζώντα και αποβιώσαντα δότη με στόχο την αυτάρκεια των κρατών σε νεφρικά μοσχεύματα. Στη χώρα μας όπως και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης υπάρχει μεγάλο περιθώριο να αυξηθεί κατά πολύ ο αριθμός των ζώντων δοτών. Έχει υπολογισθεί ότι εάν προωθηθεί το πρόγραμμα της δωρεάς από ζώντα δότη ισοδύναμα σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, φθάνοντας περίπου σε 40 μεταμοσχεύσεις ανά εκατομμύριο πληθυσμού το χρόνο, σε 10 χρόνια η εξοικονόμηση πόρων της Ευρώπης θα ανερχόταν σε 4.5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η Ελλάδα έχει ακόμη ένα μικρό πρόγραμμα μεταμοσχεύσεων. Σύμφωνα με στοιχεία από το Newsletter Transplant 2017 ο ετήσιος δείκτης νεφρού όλων των συνδυασμών ήταν 15.7 ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει μεταμοσχεύσεις νεφρού από αποβιώσαντα και ζώντα δότη. Το χρονικό διάστημα 1995-2018, σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Ιστοσυμβατότητας, πραγματοποιήθηκαν στη χώρα 4934 μεταμοσχεύσεις νεφρού εκ των οποίων οι 2073 (42%) από ζώντα δότη. Το ποσοστό των μεταμοσχεύσεων νεφρού από ζώντα δότη στο σύνολο των μεταμοσχεύσεων νεφρού της χώρας φαίνεται να ελαττώνεται με τα χρόνια κυρίως λόγω της μικρής αύξησης του αριθμού των μεταμοσχεύσεων από αποβιώσαντα δότη (πίνακας 1). Την τελευταία δεκαετία το ποσοστό των μεταμοσχεύσεων από ζώντα δότη στη χώρα κάλυψε 30.5% του συνόλου των μεταμοσχεύσεων νεφρού στη χώρα εκ των οποίων 66% πραγματοποιήθηκαν στη Μονάδα Μεταμοσχεύσεων Νεφρού (ΜΜΝ) του Λαϊκού Νοσοκομείου Αθηνών. Το 2018 στη ΜΜΝ του Λαϊκού Νοσοκομείου πραγματοποιήθηκαν 52 (76.5%) από τις συνολικά 68 μεταμοσχεύσεις νεφρού από ζώντα δότη στη χώρα.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι σε όλες τις περιπτώσεις δωρεάς από ζώντα δότη η υγεία του δότη παραμένει ύψιστης σημασίας και η επαγρύπνηση για τη φροντίδα και την επίβλεψη του δότη είναι βασικά στοιχεία για να εξασφαλίσουν την προστασία των ατόμων και να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στην κοινωνία. Όλα τα προγράμματα λειτουργίας για ζώσα μεταμόσχευση πρέπει να έχουν τις κατάλληλες ρυθμιστικές υποδομές εναρμονισμένες με την Ευρωπαïκή νομοθεσία και να λαμβάνουν υπ όψιν και άλλα μέτρα προστασίας που να αποδεικνύουν την ακεραιότητα του προγράμματος ώστε μία αξιολόγηση πριν τη μεταμόσχευση να εξασφαλίζει ότι καμία ανταμοιβή δεν προσφέρεται ή δίδεται για να πραγματοποιηθεί η δωρεά, η συγκατάθεση για τη δωρεά έχει δοθεί ελεύθερα και ο δότης δεν υποχρεώθηκε να συγκατατεθεί για τη δωρεά.
Τέλος είναι απαραίτητο η πολιτεία να συμμετάσχει στη διαχείριση της διαδικασίας με την σύνταξη εγγράφου στρατηγικής με προγράμματα επέκτασης της δωρεάς, φροντίζοντας για την κατάλληλη εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού που θα υποστηρίξει το πρόγραμμα της δωρεάς από ζώντα δότη, οργανώνοντας υποδομές για την οικονομική κάλυψη του κλινικού κόστους της εφαρμογής του προγράμματος και διορίζοντας κλινικούς συντονιστές για ζώσα μεταμόσχευση με σκοπό την ενημέρωση του υποψήφιου λήπτη, της οικογένειας και των φίλων, την υποστήριξη στον εργαστηριακό έλεγχο, την προετοιμασία,τη μεταμόσχευση και την παρακολούθηση μετά τη μεταμόσχευση.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΗΓΗ: Dialysis Living