Είναι γεγονός ότι τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και οι οικογένειές τους έχουν να αντιμετωπίσουν, παράλληλα με την μακροχρόνια οικονομική κρίση και την κρίση της πανδημίας, ένα άνευ προηγουμένου κύμα ακρίβειας στα προϊόντα, την ενέργεια, τα καύσιμα κ.α., η οποία καθιστά αδύνατη ακόμα και την κάλυψη των βασικών καθημερινών τους αναγκών.
Με τις τελευταίες αυξήσεις επιδομάτων να έχουν δοθεί το 2011, πάνω από μια δεκαετία δηλαδή, και με τα έξοδα για τη διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης συνεχώς να ανεβαίνουν, είναι εμφανές ότι η εντεινόμενη ακρίβεια συμπαρασύρει το κόστος διαβίωσής τους, οδηγώντας τους σε κυριολεκτική φτωχοποίηση.
Το έκτακτο βοήθημα κατά της ακρίβειας που εξετάζεται από την Κυβέρνηση για να δοθεί πριν το Πάσχα, δεν μπορεί ούτε στο ελάχιστο να λειτουργήσει ως αντιστάθμισμα της ακρίβειας. Χρειάζεται ουσιαστική στήριξη, με εύλογες αυξήσεις στα επιδόματα αναπηρίας και στις συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων με αναπηρία.
Παράλληλα στο νέο πακέτο στήριξης ευάλωτων κοινωνικών ομάδων για την αντιμετώπιση του κύματος ακρίβειας επιβάλλεται να υπάρξει ειδική μέριμνα για τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και τις οικογένειές τους, με αυξημένο ποσό βοηθήματος και ενισχυμένη επιδότηση σε ρεύμα, φυσικό αέριο και καύσιμα.
Επιπρόσθετα, είναι απαραίτητο να μην προσμετρώνται στο εισόδημα των ατόμων με αναπηρία το εξωιδρυματικό επίδομα και τα πάσης φύσεως προνοιακά επιδόματα, ανεξάρτητα αν τα λαμβάνουν από τον ΟΠΕΚΑ ή τον ΕΦΚΑ, όπως άλλωστε είναι θεσμοθετημένο και με το άρθρο 81 του ν.4611/2019. Τόσο το εξωιδρυματικό επίδομα, όσο και τα πάσης φύσεως προνοιακά επιδόματα, δίδονται για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών που δημιουργεί η ίδια η αναπηρία και δεν αποτελούν εισόδημα
ΠΗΓΗ: ΕΣΑμεΑ