Εξήγησε για ποιες κατηγορίες συστήνεται από το CDC ενισχυτική δόση και αναφέρθηκε σε μελέτες ερευνητών στη χώρα μας που έχουν συμπεριλάβει στις ομάδες ελέγχου, ομάδες μεταμοσχευμένων, με νεοπλασίες, αιμοκαθαιρόμενους και υγειονομικούς διαφόρων ηλικιών και, όπως είπε, σύμφωνα με τα δεδομένα φαίνεται ότι μετά τους 6 μήνες μειώνεται σημαντικά το επίπεδο αντισωμάτων.
Ιδιαίτερα προβληματίζουν οι ανοσοκατεσταλμένοι, λόγω νόσου ή θεραπείας. Το 44% των περιπτώσεων νόσησης παρά τον εμβολιασμό συμβαίνει στην ομάδα των ανοσοκατεσταλμένων, για τους οποίους η αποτελεσματικότητα των εμβολίων σε σχέση με τους υγείες είναι περίπου η μισή,
πάνω από 90% για τους υγιείς, γύρω στο 56% για αυτήν την ειδική κατηγορία πληθυσμού, είπε η κ. Θεοδωρίδου. Επίσης τα άτομα με ανοσιακή μειωμένη απόκριση λόγω ηλικίας και τα άτομα που πρέπει να προστατευθούν λόγω αυξημένης έκθεσης στον ιό, όπως οι υγειονομικοί.
Το CDC ανακοίνωσε τις ομάδες που συστήνεται η χορήγηση τρίτης δόσης με εμβόλιο mRNA και αυτές είναι: Μεταμοσχευμένοι ασθενείς, άτομα με μέτρια ή σοβαρού βαθμού συγγενή ανεπάρκεια, άτομα με HIV λοίμωξη και άτομα που λαμβάνουν κορτιζόνη καθώς και άλλα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα και βιολογικούς παράγοντες.
Η κ. Θεοδωρίδου, εξήγησε ότι στους ανοσοκατεσταλμένους η τρίτη δόση θα δίνεται 28 μέρες μετά τον αρχικό εμβολιασμό. Αυτό το σχήμα έχει εφαρμοστεί στη Γαλλία. Η εξέλιξη της χορήγησης της ενισχυτικής δόσης θα πραγματοποιείται με βάση την συγκέντρωση των στοιχείων που θα προκύπτουν από την ανάλυση των ερευνών που συνεχίζονται, τόνισε.
Ανέφερε, επίσης, ότι ο ΠΟΥ υπενθύμισε ότι η καταπολέμηση της πανδημίας απαιτεί εμβολιασμό σε κάθε γωνιά της γης, ζητώντας παύση των εμβολιασμών με τρίτη δόση για δύο μήνες, ώστε να εμβολιαστεί το 10% των χωρών με χαμηλό εισόδημα. Το αίτημα αυτό του ΠΟΥ, είπε, υπογραμμίζει την ανάγκη η χορήγηση της ενισχυτικής δόσης να πρέπει να γίνει με βάση επιστημονικά δεδομένα και κατά προτεραιότητα στις ομάδες αυξημένου κινδύνου.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ