Κατερίνα Πρίφτη, Senior Editor, HuffPost Geece
Τα τελευταία 24ωρα προσπαθώ, και προσπαθώ πολύ γιατί είναι πολλά αυτά που δεν βγάζουν νόημα, να παρακολουθήσω τις ενημερώσεις για τα όσα εκτυλίσσονται στην κλινική «Ταξιάρχης» με τα δεκάδες θετικά κρούσματα κορονοϊού και, δυστυχώς τους θανάτους ασθενών.
Το ενδιαφέρον μου ομολογώ δεν είναι καθαρά δημοσιογραφικό, αλλά και προσωπικό. Η μητέρα μου είναι νεφροπαθής και τα τελευταία χρόνια υποβάλλεται σε αιμοκάθαρση.
Για όσους δεν γνωρίζουν τι σημαίνει αυτό, να εξηγήσω πως αν και ως διαδικασία δεν είναι επίπονη- αν και ιδιαίτερα κουραστική οργανικά – οι επιπλοκές γενικότερα στην υγεία ενός νεφροπαθή μπορεί να είναι συχνές, οι κανόνες με τους οποίους ζει μετρώντας και το τελευταίο ml νερού που πίνει αυστηροί, οι απαγορεύσεις στη διατροφή πλείστες ενώ η συναισθηματική, ψυχική κόπωση της εξάρτησης από τη διαδικασία, καταβάλλει με τα χρόνια πολλούς από αυτούς.
Όχι, δεν είναι όλα μαύρα. Ένας ασθενής μπορεί να έχει μια μια πολύ καλή ποιότητα ζωής. Απλά όλες οι μέρες δεν είναι ίδιες. Όπως για κανένα ασθενή με χρόνιο νόσημα.
«Η ζωή μου εξαρτάται από το μηχάνημα» είναι η φράση που έχω ακούσει τη μητέρα μου να λέει συχνά-πυκνά αυτά τα χρόνια. Τις μέρες που δεν έχει καμία διάθεση να πάει για αιμοκάθαρση. Τα καλοκαίρια που ψάχνει να βρει τρόπο για να κάνει έστω για λίγες ημέρες διακοπές αλλά παράλληλα να είναι συνεπής στο «ραντεβού με το μηχάνημα». Τρεις φορές την εβδομάδα. Ό,τι, μα ό,τι και εάν γίνει.
Βλέπετε την αιμοκάθαρση, οι περισσότεροι νεφροπαθείς, «την παντρεύονται δια βίου» και διαζύγιο παίρνεις μόνο εάν είναι τυχερός και υποβληθείς σε μεταμόσχευση. Αλλιώς ένα μηχάνημα κάνει δια βίου τη δουλειά των νεφρών που δεν δουλεύουν. Και εάν ο ασθενής δεν κάνει αιμοκάθαρση για λίγα μόλις 24ωρα πεθαίνει.
Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν τα τελευταία 24ωρα στο σπίτι της μητέρας μου το κλίμα είναι βαρύ. Φοβάται.
Φοβόταν από όταν ξεκίνησε όλο αυτό. Ο φόβος βέβαια δεν είναι απαραίτητα κακός. Είναι και καλός σύμβουλος. Από την αρχή ακολουθεί με ευλάβεια όλα τα μέτρα προστασίας εντός σπιτιού, τα μέτρα υγιεινής, μόνη έξοδος της είναι για τη Μονάδα Τεχνητού Νεφρού. Και εκεί, ευτυχώς, τα μέτρα είναι πάρα πολύ αυστηρά. Μάσκες, γάντια, σκουφιά, κατά μόνας είσοδος στο ασανσέρ, συνεχής θερμομέτρηση (και πριν τη είσοδο στη μονάδα), χρήση αντισηπτικών, εξαντλητική παρακολούθηση από το ιατρικό προσωπικό για το παραμικρό σύμπτωμα. Σε σημείο που ακόμη και εκείνη μερικές φορές αντέδρασε. Αλλά μόνο για λίγο, αφού γνωρίζει πως η ζωή της εξαρτάται από την επιβολή και τήρηση αυτών των αυστηρών μέτρων.
Τώρα όμως ο φόβος που τη βλέπω να νιώθει δεν είναι πλέον ωφέλιμος. Πανικοβλήθηκε. Και ο πανικός δεν είναι καλός σύμβουλος.
Παρακολουθήσαμε μαζί την τακτική ενημέρωση των 6μμ την Παρασκευή.
Την τρόμαξε η δήλωση του κ.Τσιόρδα πως αφού πέθαναν άνθρωποι και βρέθηκαν θετικοί στον κορονοϊό νεφροπαθείς και υγειονομικοί, το κλιμάκιο του ΕΟΔΥ «έκανε εκπαίδευση» στο προσωπικό για την σωστή τήρηση πρωτοκόλλων και μέτρων προστασίας.
Την τρόμαξε η αναφορά πως δεν χτύπησαν καμπανάκια όταν ασθενής σε αιμοκάθαρση εμφάνισε πυρετό, καθώς και ο τελευταίος γιατρός ή νοσηλευτής που πιάνει δουλειά σε μονάδα τεχνητού νεφρού γνωρίζει πως ο πυρετός είναι ανησυχητική ένδειξη για την υγεία αυτής της κατηγορίας ασθενών, ασχέτως κορονοϊού.
Την τρόμαξε η είδηση πως μόλις τώρα, μετά την τραγική εξέλιξη στην συγκεκριμένη κλινική ξεκινούν έλεγχοι σε κλινικές σε κάποιες περιφέρειες ενώ η επιδημία κορονοϊού μαίνεται στη χώρα εδώ και εβδομάδες.
Την τρόμαξε η σκέψη πως ένας άνθρωπος που περνά κάθε δεύτερη μέρα την ίδια διαδικασία με εκείνη έπρεπε την Παρασκευή, μετά από όλα όσα είχαν συμβεί, να επιστρέψει και να κάνει αιμοκάθαρση σε ένα χώρο όπου είχαν καταγραφεί κρούσματα κορονοϊού και κάποιοι είχαν χάσει τη ζωής.
Την τρόμαξε η ιδέα πως ασθενείς όπως εκείνη έπρεπε να υποβληθούν την επόμενη μέρα κιόλας σε αιμοκάθαρση στην ίδια κλινική από προσωπικό που, όπως εμφανώς ο κ.Τσιόδρας άφησε να εννοηθεί, δεν τηρούσαν τα απαραίτητα πρωτόκολλα.
Πρωτόκολλα μάλιστα τα οποία μπορεί σήμερα να είναι ακόμη αυστηρότερα, αλλά να διευκρινίσουμε πως πάντα υπήρχαν και πάντα ήταν αυστηρά για τις μονάδες τεχνητού νεφρού, ασχέτως εάν τηρούνταν ή όχι και ασχέτως κορονοϊού.
Πόσο πιο πολύ όμως μπορεί να φοβηθεί ένας άνθρωπος που ανήκει ήδη σε μια ομάδα υψηλού κινδύνου, που κάθε δεύτερη ημέρα πηγαίνει σε μια κλινική και παραμένει σε αυτή επί τέσσερις ώρες τη στιγμή σήμερα κανείς δεν θέλει να περάσει το κατώφλι μιας κλινικής ή ενός νοσοκομείου, και να καταφέρει παράλληλα να διατηρήσει την ψυχραιμία του; Να μην πέσει σε κατάθλιψη; Να μην γίνει εμμονικός όταν τη στιγμή που θα ξεκινά για τη Μονάδα του μπορεί να σκέφτεται όσα συνέβησαν στην κλινική «Ταξιάρχης»;
″Κλείσε την τηλεόραση δεν μπορώ να ακούω άλλο”. Μου είπε η μητέρα μου μετά και τις βραδινές ειδήσεις.
Δυστυχώς, δεν έχω να προσφέρω στην μητέρα μου κάποιον παρηγορητικό λόγο που θα κάνει τη μεγάλη διαφορά για να την καθησυχάσω. Όπως λέει και εκείνη, βλέπει πως στη δική της μονάδα όλα φαίνεται, τουλάχιστον, να δουλεύουν σωστά. Αλλά το μυαλό παίζει περίεργα παιχνίδια. Ελπίζω στο πέρασμα του χρόνου.
Επίσης δεν ξέρω τι να της απαντήσω όταν με ρωτάει εάν έχω καταλάβει τι ακριβώς πήγε τόσο στραβά στην συγκεκριμένη περίπτωση (προφανώς με την ελπίδα να της πω ”μην φοβάσαι δεν θα συμβεί στη δική σας»).
Γνωρίζω όμως κάποια άλλα πράγματα.
Η μητέρα μου δεν είναι «τυχερή» επειδή πηγαίνει σε κάποια «καλύτερη» Μονάδα Τεχνητού Νεφρού από άλλες (και δεν κάνω σύγκριση με την αυτή στην κλινική στο Περιστέρι) επειδή έχουμε την οικονομική δυνατότητα να πληρώνουμε.
Οι Μονάδες Τεχνητού Νεφρού είναι στην πλειοψηφία τους ιδιωτικές και ελάχιστοι ασθενείς κάνουν τακτική αιμοκάθαρση σε δημόσια νοσοκομεία ενώ όλοι έχουν δικαίωμα επιλογής. Το κόστος- που είναι ιδιαίτερα υψηλό- καλύπτεται από τα Ταμεία και είναι το ίδιο για όλους τους ασθενείς.
Κι όμως δεν έχω αποκομίσει την εικόνα πως λειτουργούν όλες με τις ίδιες αυστηρές προδιαγραφές, παρά την πρόοδο που ομολογουμένως έχει γίνει- και δεν χρειαζόταν η επιδημία κορονοϊού για να το μάθουμε αυτό. Όσοι τουλάχιστον βράζουμε στο ίδιο ζουμί. Και για ό,τι έλεγχο δεν έγινε πριν την επιδημία και για ό,τι καμπάνα ή λουκέτο δεν έπεσε πριν τον κορονοϊό, εάν και εφόσον έπρεπε, φοβάμαι πως τώρα οι πιο αθώοι ίσως να πληρώνουν ένα τίμημα που φυσικά δεν τους αναλογεί.
Και το ίδιο ισχύει και για άλλες «δομές».
Δεν θα ξεχάσω την εμπειρία που αποκόμισα επισκεπτόμενη κάποιες κλινικές, όχι μόνο με μονάδα τεχνητού νεφρού αλλά και παλαιότερα άλλες για την γιαγιά μου που είχε υποστεί εγκεφαλικό και δεν άνοιξε ποτέ ξανά τα μάτια της. Όπως επίσης θυμάμαι τις περιγραφές του πατέρα μου για κάποιους οίκους ευγηρίας που είχε δει για την άλλη μου γιαγιά (για να μην θυμηθώ παλαιότερα ρεπορτάζ που έχω γράψει κατόπιν διενέργειας εισαγγελικών ερευνών για κάποια γηροκομεία).
Σε κάποιες «δομές» που είδα η ίδια, δεν ήθελα να μείνω καν ως επισκέπτης, ούτε για ένα λεπτό, πόσο μάλλον να αφήσω έναν άνθρωπο να νοσηλευτεί σε αυτές. Οποιονδήποτε άνθρωπο, όχι μόνο δικό μου αγαπημένο πρόσωπο. Όχι επειδή το κλίμα ήταν βαρύ και δεν το άντεχα (που δεν το άντεχα), αλλά γιατί όλα γύρω μου φώναζαν πως δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν. Πως δεν είναι δυνατόν να λειτουργούν ανενόχλητες. Πως δεν είναι δυνατόν να μην έχει γίνει ποτέ ένας έλεγχος ή να έχει γίνει και όμως να επιτρέπεται να είναι ανοιχτές. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε πρωτόκολλα αλλά και σε κτιριακές εγκαταστάσεις, σε κανόνες υγιεινής, σε συμπεριφορές και πολλά άλλα.
Δεν θα πω πως ήταν η πλειοψηφία ούτε φυσικά θα ισχυριστώ πως τις επισκέφθηκα όλες. Θα πω όμως πως ακόμη και μια ή δύο είναι πολλές. Είτε υπάρχει επιδημία κορονοϊού είτε όχι.
Και όλες αυτές τις μέρες, έχοντας γράψει δυστυχώς περισσότερες φορές από όσες αντέχω και εγώ η ίδια, για εκατοντάδες ηλικιωμένους που πέθαναν σε γηροκομεία κυρίως στην Ευρώπη από κορονοϊό (ο ΠΟΥ αναφέρει πως το 50% των νεκρών σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες είναι τρόφιμοι γηροκομείων) και για τραγικές καταστάσεις σε άλλες δομές στο εξωτερικό, αδυνατώ να δεχθώ πως δεν βρέθηκαν ποτέ στην κορυφή της λίστας των προτεραιοτήτων των αρχών, και σε άλλες χώρες αλλά και στην Ελλάδα όπως βλέπω τώρα, οι πιο αδύναμοι και αβοήθητοι μεταξύ των ευπαθών.
Και όχι δεν θλίβομαι μόνο. Οργίζομαι. Και απαιτώ εξηγήσεις. Όχι από δημοσιογραφική περιέργεια, όπως είπε ο κ.Τσιόδρας την Παρασκευή, αλλά για λόγους διαφάνειας, ανάγκης για λογοδοσία και πρωτίστως ανθρωπιάς.
ΠΗΓΗ: huffingtonpost.gr